Περίληψη
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι αφενός να ερευνηθεί το προνόμιο του Εκκλήτου του Οικουμενικού Πατριάρχου όπως αυτό έχει εφαρμοσθεί διαχρονικά στην Εκκλησία της Κύπρου και αφετέρου όπως ισχύει σήμερα υπό τον ισχύοντα Καταστατικό Χάρτη ο οποίος μάλιστα είναι και ο πρώτος ο οποίος το προβλέπει ρητά ως ένδικο μέσο. Προκειμένου να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, αξιοποιήθηκαν πλην των ιερών κανόνων και της ερμηνείας τους από παλαιότερους και σύγχρονους ερμηνευτές, οι ιστορικές και φιλολογικές πηγές. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στη νομολογία της Ενδημούσας Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου οι οποίες αφορούν ειδικά την Εκκλησία της Κύπρου. Περαιτέρω, δόθηκε έμφαση στις υποθέσεις Εκκλήτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (ελλαδικές υποθέσεις). Εφόσον και στο μέτρο που ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Κύπρου περιέχει θεσμούς κατά μίμηση του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος( Ν. 590/1977) η νομολογία αυτή είναι πρόσφορη για την ερμηνεία του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κύπρου. Παράλληλα λαμβάνονται υπ’ υπόψιν οι περί Εκκλήτου προβλέψεις στα καταστατικά κείμενα των υπολοίπων, πλην της Εκκλησίας της Ελλάδος, Εκκλησιών. Τέλος, συνάγονται τα κρίσιμα συμπεράσματα για το Έκκλητο στην Εκκλησία της Κύπρου δέκα έτη μετά την έναρξη ισχύος του άρθρου 81 του Καταστατικού Χάρτου της αρχαίας αυτής Εκκλησίας που το προβλέπει.
|